Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Η μελωδία της καταπίεσης


Η «Μελωδία της Ευτυχίας» είναι χωρίς αμφιβολία ένα από τα πιο αγαπητά κινηματογραφικά μιούζικαλ που γυρίστηκε ποτέ, με χιλιάδες παθιασμένους οπαδούς σε όλο τον κόσμο. Και είναι βασισμένο σε αληθινή ιστορία. Στη γενική του ιδέα τουλάχιστον, γιατί όχι μόνο χρησιμοποιήθηκε μόνο η εκδοχή ενός από τους πρωταγωνιστές, της Μαρία φον Τραπ, αλλά εξωραΐστηκε ακόμα περισσότερο από το Χόλιγουντ. Η «Άχρηστη Πληροφορία της Ημέρας» είναι εδώ για να διαλύσει την ομίχλη και να παρουσιάσει στους αναγνώστες της την αληθινή ιστορία πίσω από το μύθο της οικογένειας φον Τραπ.

Πριν αρχίσουμε όμως, θα μου επιτρέψετε να κάνω μία μικρή παρατήρηση. Ποιος λαμπρός νους μετέφρασε το «Sound of Music» σε «Μελωδία της Ευτυχίας»; Πιθανότατα ο ίδιος που έκανε «Ατσίδες με τα Μπλε» τους «Blues Brothers».

Για τους ελάχιστους από εσάς που δεν έχετε δει το μιούζικαλ με την Τζούλι Άντριους, το οποίο κέρδισε πέντε Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και αυτό της καλύτερης ταινίας, ας κάνουμε μία μικρή σύνοψη. Spoilers alert. Αν δεν θέλετε να μάθετε τι συμβαίνει στο τέλος μην διαβάσετε το υπόλοιπο άρθρο.

Η εκδοχή του Χόλιγουντ

Η Μαρία, μία νεαρή δόκιμη μοναχή, προσλαμβάνεται από τον χήρο Βαρόνο Γκέοργκ φον Τραπ, έναν λαμπρό Αυστριακό ναύαρχο ως γκουβερνάντα των επτά παιδιών του, των επτά διαόλων που από τότε που έχασαν τη μητέρα τους έχουν βαλθεί να ξεκάνουν κάθε επίδοξη νταντά. Εκείνη μπαίνει στο μουντό σπίτι, το φωτίζει, μαθαίνει μουσική στα παιδιά και μαλακώνει την καρδιά του καλού μεν, αφάνταστα αυστηρού δε, πατέρα τους. Και φυσικά τον ερωτεύεται. Το ζευγάρι παντρεύεται στη ζούλα, λίγο μετά το Anschluß (Άνσλους), την προσάρτηση της Αυστρίας στη ναζιστική Γερμανία. Ο πατριώτης πατέρας παίρνει τη νέα του σύζυγο και τα επτά παιδιά του, ξεκινά από το Ζάλτσμπουργκ και μέσω των Άλπεων φυγαδεύεται στην ελεύθερη Ελβετία. Και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Μπούδρες. Μάλιστα, μπούρδες. Γιατί η αληθινή ιστορία είναι πολύ διαφορετική και ίσως για αυτό μέχρι σήμερα το Ζάλτσμπουργκ και εν γένει η Αυστρία σνομπάρουν το χολιγουντιανό μιούζικαλ.

Η αληθινή ιστορία

Ψέμα πρώτο: Ο ναύαρχος φον Τραπ ήταν όντως ένας χήρος πατέρας πέντε κοριτσιών και δύο αγοριών, του Ρούπερτ, της Άγκατε, της Μαρία, του Βέρνερ, της Χέντβιχ, της Γιοχάνα και της Μαρτίνα. Όταν η σύζυγός του πέθανε, προσέλαβε τη Μαρία Αουυγκούστα Κούτσερα, όχι ως γκουβερνάντα, αλλά ως κατ' οίκον δασκάλα της δικής του Μαρία, η οποία ανάρρωνε από τυφοειδή πυρετό.

Ψέμα δεύτερο: Σε αντίθεση με την ταινία, η Μαρία ουδέποτε ερωτεύτηκε τον κατά 25 χρόνια μεγαλύτερό της, Γκέοργκ. Αντίθετα, εκείνος την ποθούσε σαν τρελός και την παντρεύτηκε, προσφέροντάς της έτσι τον τίτλο της Βαρόνης, όπως παραδέχθηκε ανοιχτά η ίδια στην αυτοβιογραφία της.

Ψέμα τρίτο: Το ζευγάρι δεν παντρεύτηκε λίγο πριν εγκαταλείψει τη χώρα. Ο γάμος έγινε έντεκα χρόνια πριν και μαζί απέκτησαν τρία παιδιά, δύο εκ των οποίων γεννήθηκαν στην Αυστρία.

Ψέμα τέταρτο: Στην ταινία, ο Γκέοργκ παρουσιάζεται ως ο στρίγκλος που έγινε αρνάκι χάρη στην καλόψυχη Μαρία. Στην πραγματικότητα ήταν ένας στοργικός πατέρας, ένας ευαίσθητος και καλόψυχος άνθρωπος που αγαπούσε χωρίς όρια και έδινε αβέρτα συναισθήματα, χωρίς να περιμένει αντάλλαγμα. Λόγια που επίσης ανήκουν στη Μαρία φον Τραπ.

Ψέμα πέμπτο: Δεν ήταν η Μαρία αυτή που έμαθε μουσική στα δέκα παιδιά της οικογένειας. Είχαν δάσκαλο μουσικής, ο οποίος τους ακολούθησε στην εξορία. Και εδώ φτάνουμε στο έκτο ψέμα.

Ψέμα έκτο: Η οικογένεια δεν πήγε στην Ελβετία μέσω των Άλπεων (πράγμα αδύνατο, αφού έπρεπε να είναι επαγγελματίες ορειβάτες για να το καταφέρουν). Δεν πήγε στην Ελβετία γενικώς! Όταν ο Γκέοργκ πληροφορήθηκε το σχέδιο του Χίτλερ να προσαρτήσει την Αυστρία, μάζεψε τα μπαγκάζια του, άφησε το αρχοντικό του στο Ζάλτσμπουργκ και έφυγε για την Αμερική συν γυναιξί, τέκνοις και... δασκάλω.

Η μετέπειτα ζωή

Στην Αμερική, η Μαρία έγινε φίρμα. Σχημάτισε το μουσικό σχήμα «The Trapp Family Singers», στο οποίο μετείχε η ίδια και τα δέκα παιδιά και τραγουδούσαν αυστριακά παραδοσιακά τραγούδια και εκκλησιαστική μουσική. Τη δεκαετία του '40 και του '50, όταν το φολκ κίνημα ήταν στα ντουζένια του, οι τραγουδιστές της οικογένειας Τραπ (το φον κόπηκε μόλις η κομπανία έφτασε στο διαβόητο νησί Έλις) έκαναν σουξέ, με περιοδείες σε όλη τη χώρα.

Όμως από όλη την ενδεκάδα, ευτυχισμένη ήταν μόνο η αρχηγός. Ουσιαστικά καταπίεζε τα παιδιά, ειδικά μετά το θάνατο του Γκέοργκ το 1947, αφού μέχρι τότε ο μπαμπάκας τα προστάτευε, για να ικανοποιήσει τη ματαιοδοξία της. Μοίραζε δεξιά και αριστερά συνεντεύξεις, ενώ συμμετείχε ως κομπάρσος στη «Μελωδία της Ευτυχίας».

Η καταπίεση που ένιωσαν τα παιδιά ήταν τέτοια που μετά τη διάλυση του συγκροτήματος, το 1956, κανένα από τα μέλη του δεν θέλησε να ακολουθήσει σόλο καριέρα, ενώ τα μισά παιδιά έμειναν ανύπαντρα.

Η Μαρία έφυγε για τη Γουινέα, ως ιεραπόστολος. Δέκα χρόνια αργότερα επέστρεψε στο Βερμόντ, όπου δημιούργησε το Σαλέ της Οικογένειας Τραπ, ένα μουσείο αφιερωμένο στην ίδια και στο μιούζικαλ που γυρίστηκε προς τιμήν της. Όταν πέθανε το 1987, άφησε τα πάντα στα τρία φυσικά της παιδιά και έριξε καταφανώς τα πέντε εναπομείναντα τέκνα (η Χέντβιχ και η Μαρτίνα είχαν αποδημήσει εις Κύριον) του Γκέοργκ και της αγγλικής καταγωγής Άγκατε Γουάιτχεντ, εγγονής του Ρόμπερτ Γουάιτχεντ, εφευρέτη της τορπίλης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες