Τη μέρα του
Αγίου Βαλεντίνου γιορτάζουν οι ερωτευμένοι
(και μία παλιά μου γκόμενα, αλλά αυτό
είναι άλλο θέμα). Υποτίθεται ότι είναι
μία μέρα γεμάτη λουλούδια, λούτρινα και
εσώρουχα με παραπάνω τρύπες απ' όσες
χρειάζονται. Είναι μία μέρα γιορτής.
Εκτός βέβαια αν είσαι μαφιόζος στο
Σικάγο της ποτοαπαγόρευσης και τολμάς
να τα βάλεις με τον Αλ Καπόνε. Τότε
φιλαράκι την έβαψες. Ρώτα τον Μπαγκς
Μοράν. Γιατί η 14η του Φλεβάρη του 1929
βάφτηκε με μαφιόζικο αίμα.
Ας πάρουμε τα πράγματα
από την αρχή. Στα τέλη της δεκαετίας του
1920, το Σικάγο ήταν χωρισμένο στα δύο.
Στο νότιο τμήμα κυριαρχούσαν οι Ιταλοί
του Αλ Καπόνε, ενώ το βόρειο κομμάτι
έλεγχαν οι Ιρλανδογερμανοί του Μοράν.
Οι δύο γκάνγκστερ μάχονταν για την
κυριαρχία στην πρωτεύουσα της μαφίας.
Ο νικητής θα ήταν ο αρχινονός του κόσμου.
Σαν να λέμε ο Παγκόσμιος Πρωταθλητής
στα βαρέα βάρη του μποξ.
Ο Καπόνε, βρισκόμενος
ακόμα στην ακμή της εγκληματικής του
δράσης διψούσε για χρήμα και δύναμη,
όμως στο μυαλό του βρισκόταν πάντα η
εκδίκηση, αφού ο Μοράν είχε σκοτώσει
μερικούς έμπιστους ανθρώπους του. Έτσι
ανέθεσε το σχέδιο της εξόντωσης του
αντιπάλου στο πρωτοπαλίκαρό του, τον
Βιτσέντσο Τζιμπάλντι, ή Τζακ ΜακΓκαρν,
ή Πολυβόλο (σαν να λέμε Βαβύλης ή Φωκάς
ή μοναχός Ραφαήλ). Εκείνος επικοινώνησε
με τον Μοράν και του έκλεισε ραντεβού
σε μία αποθήκη του βόρειου Σικάγου, με
δέλεαρ ένα φορτίου παράνομου και συνάμα
πανάκριβου ουίσκι.
Έτσι, το πρωί της 14ης
Φεβρουαρίου, πέντε άντρες του Καπόνε,
ντυμένοι αστυνομικοί και επιβαίνοντας
σε δύο οχήματα που θύμιζαν περιπολικά,
έφτασαν στην αποθήκη. Μόλις είδαν τα μέλη της κουστωδίας του Μοράν
άνοιξαν πυρ με τα Τόμσον τους (τα γνωστά
ως «Τόμι Γκαν») και διέφυγαν.
Όταν στον τόπο του
εγκλήματος έφτασαν οι πραγματικοί
αστυνομικοί, βρήκαν έξι πτώματα,
πυροβολημένα πισώπλατα και έναν βαριά
τραυματία. Εκείνος αρνήθηκε να δώσει
το όνομά του και την ταυτότητα των
δολοφόνων, σεβόμενος μέχρι τέλους τον
κώδικα τιμής της μαφίας, και ξεψύχησε
πριν φτάσει στο νοσοκομείο.
Οι νεκροί ήταν πέντε
μέλη της συμμορίας του Μοράν, ένας
μικροκακοποιός που λειτούργησε στην
υπόθεση ως μεσάζων και ένας άτυχος
μηχανικός που απλώς έτυχε να περνά από
εκεί. Ο Μοράν γλίτωσε από καθαρή τύχη,
αφού αποκοιμήθηκε και άργησε να φτάσει
στο σημείο του ραντεβού.
Η κοινή γνώμη της πόλης
ήταν θορυβημένη και η αστυνομία προχώρησε
σε δεκάδες συλλήψεις. Ωστόσο, Καπόνε
και ΜακΓκαρν είχαν βαρβάτο άλλοθι. Ο
πρώτος ήταν στη Φλόριντα και ο δεύτερος
στο σπίτι της φιλενάδας του. Όμως η μέρα
αυτή σήμανε την αρχή του τέλους και για
τους δύο γκάνγκστερ. Το FBI
συνεργάστηκε με την
εφορία και αφού δεν μπορούσε να κατηγορήσει
με στοιχεία τον αρχιμαφιόζο για τη δράση
του, τον συνέλαβε για φοροδιαφυγή. Ο δε
Μοράν κατάντησε να ληστεύει τράπεζες
μετά την άρση της ποτοαπαγόρευσης το
1933 και πέθανε στη φυλακή. Και η «αγάπη»
τους, όπως θεμελιώθηκε τη μέρα του Αγίου
Βαλεντίνου το 1929 έμεινε παροιμιώδης, γεμάτη μαξιλαροχνουδοσεξοκοκκινοκαρδουλωτά μπιχλιμπίδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου